Το παρελθόν έτος, οι πωλήσεις τροφίμων στο παραδοσιακό κανάλι των Super Market και παντοπωλείων σημείωσαν ελαφρά αύξηση (1%) φθάνοντας σε αξία τα 522,8 δις δολάρια. Το μερίδιο αγοράς του καναλιού αυτού όμως σημείωσε συνολικά πτώση, περιοριζόμενο στο 46%, ένεκα της ισχυρής πίεσης που δέχεται από μη «συμβατικά» κανάλια, όπως οι υπεραγορές και τα καταστήματα πρώτης ανάγκης (convenience stores). Ειδικά τα τελευταία, είδαν τις πωλήσεις τους να ενισχύονται κατά 2,4% στα 169,9 δις δολάρια.
Οι κατηγορίες καταστημάτων που εμφανίζουν την μεγαλύτερη δυναμική είναι οι Αγορές Τροφίμων (Fresh Format) όπου αλυσίδες όπως τα Whole Foods και τα Sprouts σημείωσαν άνοδο πωλήσεων 14% το 2013, προσεγγίζοντας τα 14 δις δολάρια. Αντίστοιχα, θετικές προοπτικές εμφανίζουν οι διαδικτυακές πωλήσεις τροφίμων, με την Amazon και την Fresh-Direct να κυριαρχούν. Οι πωλήσεις τροφίμων της κατηγορίας E-Commerce ανήλθαν κατά 13,7% το παρελθόν έτος φθάνοντας τα 21,1 δις δολάρια.
Τα καταστήματα περιορισμένης ποικιλίας (limited-assortment stores), όπως η γερμανική αλυσίδα Aldi η οποία επεκτείνεται με εντυπωσιακούς ρυθμούς στις ΗΠΑ διαχειριζόμενη και το εμπορικό σήμα Trader Joe’s, σημείωσαν άνοδο πωλήσεων κατά 4,1% το 2013 με την συνολική αξία πωληθέντων να φθάνει τα 31,1 δις δολάρια.
Για την επόμενη πενταετία (2015-20) οι εκτιμήσεις συγκλίνουν στο ότι οι κατηγορίες καταστημάτων με την μεγαλύτερη άνοδο πωλήσεων θα είναι τα καταστήματα τύπου fresh format (+12,1%), τα διαδικτυακά καταστήματα (+9,5%), οι υπεραγορές χονδρικής (+3,5%) και τα καταστήματα ειδών πρώτης ανάγκης εντός σταθμών ανεφοδιασμού καυσίμων (+3%). Στον αντίποδα, σταθερές αναμένεται να διατηρηθούν οι πωλήσεις των υπεραγορών προϊόντων, ενώ ευρύτερα, το κανάλι των παραδοσιακών καταστημάτων τροφίμων θα δει το μερίδιο αγοράς του να συρρικνώνεται στο 44,8% (-1,2%).
Εξετάζοντας τα βαθύτερα αίτια της απώλειας μεριδίου αγοράς των παραδοσιακών καναλιών πώλησης τροφίμων, φαίνεται ότι οι επικρατέστεροι λόγοι είναι δύο.
Αφενός, το ιδιαίτερα υψηλό κόστος πώλησης προϊόντων μέσω αλυσίδων καταστημάτων. Υπολογίζεται ότι η επιλογή του συγκεκριμένου καναλιού πώλησης και προώθησης προϊόντων κοστίζει σε μια επιχείρηση περί το 70-80% της αξίας των ακαθάριστων πωλήσεων της, καθώς σε 20% περίπου ανέρχεται η «αμοιβή» της αλυσίδας, σε 10% η αμοιβή του διανομέα και σε περίπου 40-50% ανέρχονται αθροιστικά τα λοιπά κόστη, όπως το κόστος μεταφοράς, οι προωθητικές ενέργειες και τα κόστη προβολής και διαφήμισης . Γίνεται λοιπόν ευκόλως αντιληπτό πώς ο συμβατικός τρόπος προώθησης προϊόντων στην αμερικανική αγορά συμπιέζει σε σημαντικό βαθμό τα περιθώρια κέρδους, λόγω ακριβώς του άκρως ανταγωνιστικού της χαρακτήρα.
Αφετέρου, η αλλαγή στα δημογραφικά χαρακτηριστικά των ΗΠΑ. Την προσεχή εικοσιπενταετία, ο αριθμός των Αμερικανών άνω των 65 ετών θα διπλασιαστεί, αντιστοιχώντας στο ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού των ΗΠΑ. Σε απόλυτα μεγέθη, η δημογραφική αυτή εξέλιξη μπορεί να μην φαίνεται ιδιαίτερα εντυπωσιακή, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της όμως είναι άκρως ενδιαφέροντα. Η εν λόγω ηλικιακή ομάδα (άτομα άνω των 65 καθώς και οι γεννηθέντες μεταξύ 1946-1964) απορροφά το ήμισυ των συσκευασμένων καταναλωτικών αγαθών προς πώληση στις ΗΠΑ, με τη σχετική δαπάνη να εκτιμάται σε 200 δις δολάρια για το 2013 ενώ αναμένεται να ανέλθει σε 230 δις το 2020.
Οι καταναλωτικές συνήθειες των μελλοντικών συνταξιούχων διαφέρουν σημαντικά από αυτές του τρέχοντα πληθυσμού άνω των 65, δημιουργώντας αναπόφευκτα αλυσιδωτές αντιδράσεις στα υφιστάμενα δίκτυα πώλησης αγαθών είτε αυτά είναι συμβατικού χαρακτήρα είτε όχι.
Πηγή: Γραφείο Ο.Ε.Υ. Νέας Υόρκης, Olivenews.gr
You must be logged in to post a comment.