Αξίζει, όμως, να δούμε διεξοδικά το όλο θέμα, γιατί η εξωστρέφεια είναι πλέον μονόδρομος για την ελληνική οικονομία – και όποιος ομιλεί για εξωστρέφεια δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι αυτή συνδέεται και με ένα σοβαρό έλλειμμα της εξαγώγιμης ελληνικής παραγωγής, που είναι η ταυτότητά της.
Στην τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή γίνεται μία ενδιαφέρουσα αναφορά για την πορεία των εξαγωγών, θέμα το οποίο αποκτά εκ νέου μεγάλη σπουδαιότητα λόγω των κλυδωνισμών που ενδέχεται να υποστεί ο τομέας από το εμπάργκο εξαγωγών γεωργικών (προς το παρόν) προϊόντων προς τη Ρωσία.
Όμως, στην έκθεση αυτή, οι μελετητές θίγουν και ένα άλλο σοβαρό ζήτημα, που παρέμεινε εκτός δημοσιότητος –προφανώς λόγω της υφής του. Μόνον μία οικονομική εφημερίδα το έθιξε ακροθιγώς, πλην όμως έφερε στο προσκήνιο την ουσία του.
Έτσι, στην προαναφερθείσα έκθεση οι μελετητές -που είναι άτομα εγνωσμένης επιστημονικής αξίας- επισημαίνουν μεταξύ άλλων ότι η στασιμότητα των ελληνικών εξαγωγών έρχεται σε αντιδιαστολή με κάποιες αισιόδοξες προβλέψεις, οι οποίες έχουν βασισθεί στη συνολική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, κυρίως μέσω των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας. Μεταρρυθμίσεις που μείωσαν το μισθολογικό κόστος και άρα χαμήλωσαν την επιβάρυνση της εργασίας στην ανά μονάδα παραγωγή προϊόντος. Επιπροσθέτως, εκτός από τη μείωση των αποδοχών, το κόστος εργασίας έχει ελαττωθεί λόγω της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών των εργοδοτών.
Με τις εξελίξεις αυτές, εξαλείφθηκε το 2013 η σωρευτική απώλεια ανταγωνιστικότητας, που είχε φθάσει στο 31,9% συγκριτικά με τους βασικούς εμπορικούς εταίρους της Ελλάδας κατά τη δεκαετία 2000-2009 λόγω της αύξησης μισθών. Επίσης, αναμένεται ότι το 2014 θα υπάρξει περαιτέρω βελτίωση κατά 2% της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας βάσει του κόστους εργασίας συγκριτικά με τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και βελτίωση 3,1% ως προς τους εταίρους της ευρωζώνης.
Στο πλαίσιο της εξέλιξης αυτής, η Ελλάδα είχε μετά το 2000 την καλύτερη επίδοση πίσω από τη Γερμανία στην εξέλιξη της ανταγωνιστικότητάς της, με βάση το κόστος εργασίας. Δεν ήταν όμως η μόνη χώρα που πέτυχε μια τέτοια επίδοση. Εκτός από την Ελλάδα, η παγκόσμια οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008 επηρέασε και άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου (Ισπανία, Πορτογαλία), καθώς και την Ιρλανδία. Οι χώρες αυτές, αντιμετωπίζοντας η κάθε μία διαφορετικά οικονομικά και διαρθρωτικά προβλήματα, ακολούθησαν προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών αλλαγών και ανέκαμψαν ταχύτερα σε σχέση με την Ελλάδα.
Ένας από τους βασικούς λόγους αδυναμίας της Ελλάδας να βγει από την ύφεση είναι και η στασιμότητα των εξαγωγών, με σύγκριση με τις περιπτώσεις της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, όπου οι εξαγωγές αυξήθηκαν στο διάστημα 2011-2013 κατά 8,18%, 10,3% και 6,1% αντίστοιχα και λειτούργησαν ως μοχλός ανάπτυξης. Αντίθετα, οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσιάζουν την ίδια περίοδο μικρή αύξηση (περίπου 1,5%). Συνεπώς, η Ελλάδα, αν και κατάφερε να αυξήσει την ανταγωνιστικότητά της (αναφορικά με το μισθολογικό κόστος), δεν προχώρησε στις απαιτούμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές αγαθών και στη λειτουργία του κράτους που θα συνέτειναν στην αύξηση της εξωστρέφειας.
Παράλληλα, παρά κάποιες φιλότιμες και επιτυχημένες ατομικές προσπάθειες, η προϊοντική Ελλάδα είναι, από πλευράς εικόνας, στα τελευταία σκαλιά της Ευρώπης. Είναι δε κατάδηλο από τη μείωση των εξαγωγών μας το 2014 ότι το πρόβλημα εδράζεται και στο πεδίο της δημιουργίας άυλων προστιθέμενων αξιών μέσω της εικόνας και της ταυτότητας των προϊόντων. Στο επίπεδο αυτό, η κυβέρνηση και η ιδιωτική πρωτοβουλία πρέπει -επειγόντως, πλέον- να συνεργασθούν για να βρεθούν γρήγορες, αλλά αποτελεσματικές λύσεις. Είναι δε σαφές ότι αυτές οι τελευταίες θα χρειασθεί να υλοποιηθούν μέσα σε ένα δύσκολο περιβάλλον, το οποίο όμως βοηθά και τη διείσδυση σε νέες αγορές, όπως αυτές των αναπτυσσόμενων χωρών.
Έφθασε λοιπόν η ώρα για έναν θεαματικό επαναπροσανατολισμό της εγχώριας παραγωγής, αλλά με πρακτικές και αντιλήψεις που θα έχουν γυρίσει την πλάτη στο παρελθόν.
Του Νίκου Καραγεωργίου
Προέδρου του Ελληνικού Συνδέσμου Επωνύμων Βιομηχανικών Προϊόντων.
Πηγή: euro2day.gr
You must be logged in to post a comment.